Υποτίθεται ότι κάνουν έρευνα την οποία ταυτόχρονα θέτουν στην υπηρεσία του στρατεύματος. Συχνά χάνουν τη ζωή τους. Ο λόγος για ερευνητές ανθρωπολόγους που ντύνονται στο χακί προκειμένου να αντιμετωπίσουν την ανεργία,δελεασμένοι από το «επίδομα εμπόλεμης ζώνης»
Μέσα στην παραφορτωμένη στολή και κάτω από το κράνος που σκέπαζε σχεδόν το μισό πρόσωπο δεν φαινόταν εύκολα αν ήταν άντρας ή γυναίκα. Είχε ξανθά μαλλιά, λεπτή φωνή, βρισκόταν σε ένα χωριό εβδομήντα χιλιόμετρα μακριά από την Κανταχάρ στο Νότιο Αφγανιστάν, γύρω υπήρχαν και άλλοι αμερικανοί στρατιώτες, τρεις διερμηνείς και οι κάτοικοι του χωριού. Φαινόταν ότι κάτι ρωτούσε με τη βοήθεια διερμηνέα και έπαιρνε πληροφορίες από κάποιον από τους κατοίκους, που είχε στον ώμο του ένα μπιτόνι. Οσοι ήταν κοντά άκουσαν ότι η ερώτηση είχε να κάνει με την τιμή του πετρελαίου που είχε μέσα το μπιτόνι. Ανήκε στην ομάδα των ανθρωπολόγων και κοινωνιολόγων των ενταγμένων στο φιλόδοξο πρόγραμμα Ηuman Τerrain System, όπου οι επιστήμονες αυτοί μοιρασμένοι στις 26 ταξιαρχίες του αμερικανικού στρατού σε κατεχόμενες χώρες (προς το παρόν, Ιράκ και Αφγανιστάν) ακολουθούν τις αμερικανικές στρατιωτικές περιπόλους, μιλούν με τους κατοίκους, συλλέγουν πληροφορίες για τις συνήθειες, τα έθιμα, τα πρόσωπα, τα προβλήματα, τις διαμάχες με τις άλλες φυλές και εθνότητες, βοηθώντας έτσι υποτίθεται τους στρατιωτικούς να είναι πιο αποτελεσματικοί στις επιχειρήσεις τους, να ελαττώσουν τους άσκοπους σκοτωμούς και τις βιαιότητες και γενικά να είναι πιο πολύ μέσα στο πνεύμα της υπό κατοχή περιοχής. Αν δουν ένα αυτοκίνητο πασαλειμμένο με αίμα να καταλάβουν ότι είναι για καλό, αν τους προσφέρουν ψητό αρνί είναι ένδειξη φιλίας, και άλλα τέτοια.
Η ανθρωπολόγος Πόλα Λόιντ, 36 ετών, παλαιότερα είχε υπηρετήσει στον αμερικανικό στρατό και, όπως έλεγε, παρακολουθούσε την αμηχανία μερικών αφγανών αντρών που ρωτούσαν τον διερμηνέα της «είναι άντρας ή γυναίκα;»- και δεν σκόπευε να καλυφθεί ως το κεφάλι με το ολόσωμο φόρεμα των ντόπιων γυναικών, τη γνωστή μπούρκα. Αλλά μακάρι να το είχε κάνει γιατί εκείνο το πρωί στις 4 Νοεμβρίου η συνέντευξη με τον Αμπντούλ Σαλάμ δεν τελείωσε ανώδυνα. Σε μια στιγμή, προτού προλάβει να τον εμποδίσει κάποιος, ο Αφγανός άδειασε όλο το πετρέλαιο επάνω της και έβαλε φωτιά.
Μια συνταγή 150 ετών
Το 1867, έχοντας πολεμήσει επί 13 χρόνια στον Καύκασο, ο αξιωματικός του Μηχανικού Κονσταντίν φον Κάουφμαν διορίζεται από τον ρώσο αυτοκράτορα κυβερνήτης στα νεοαποκτηθέντα εδάφη του Τουρκεστάν, στα νότια του σημερινού Αφγανιστάν. Ο Φον Κάουφμαν, αντίθετα με το πνεύμα της εποχής- που ήταν ότι δεν έχει σημασία ποιος μένει πού, αρκεί να κάθεται καλά-, στην επαρχία του έφερε κυριολεκτικά την επανάσταση. Κράτησε φιλελεύθερη στάση απέναντι στο Ισλάμ, έφερε γεωγράφους, γλωσσολόγους, εθνολόγους, φυσιογνώστες, καλλιτέχνες και όλοι μαζί βάλθηκαν να μελετούν την εθνογραφία του τόπου, να κατανοούν τον τρόπο σκέψης και τις συμπεριφορές των κατοίκων. Με σκοπό φυσικά να στερεώσει τη ρωσική κατοχή στον τόπο- και τα κατάφερε.
Το παράδειγμα του Φον Κάουφμαν δεν βρήκε στη συνέχεια μιμητές και πολύ περισσότερο δεν φάνηκε να ενδιαφέρει τους Αμερικανούς, με τα γνωστά αποτελέσματα στο Βιετνάμ. Μετά το 2001 όμως κάποια αργόσχολη υπερπροσοντούχα κυρία, η σαραντάρα τότε Μοντγκόμερι Μακ Φέιτ, σύζυγος στρατιωτικού, με παρελθόν αμφιλεγόμενο και πτυχίο ανθρωπολογίας από το Χάρβαρντ, πίνοντας τον καφέ της έγραψε επάνω σε μια χαρτοπετσέτα: «Πώς να κάνω την ανθρωπολογία χρήσιμη στις ένοπλες δυνάμεις;». Σε τρία χρόνια είχε την απάντηση. Ενθουσιάστηκε ο αρχηγός του αμερικανικού στρατού με την ιδέα να ακολουθούν τις περιπόλους και ανθρωπολόγοι, οι οποίοι θα βρίσκουν περισσότερες πληροφορίες από όσες θα μπορούσαν να βρουν οι στρατιωτικοί, τα στοιχεία αυτά να συγκεντρώνονται σε βάσεις δεδομένων σε ένα στρατιωτικό κέντρο στις Ηνωμένες Πολιτείες και να μοιράζονται ξανά όπου και όταν πρέπει. Βρέθηκαν 130 εκατομμύρια δολάρια, 400.000 μόνο για την κυρία- και πολλοί έγιναν έξω φρενών με το σχέδιο. Η Αμερικανική Ανθρωπολογική Εταιρεία έχει δημοσιοποιήσει τις αντιρρήσεις της για τη χρησιμοποίηση των μελών της σε τέτοιες αμφισβητούμενες, όπως τις χαρακτηρίζει, δραστηριότητες αφού οι ανθρωπολόγοι πρέπει να δρουν σε συνθήκες ειρήνης και όχι κατοχής σε συνεργασία και με τους εισβολείς· ο Τύπος γράφει συνέχεια για οικονομικά σκάνδαλα όσων διαχειρίζονται το πρόγραμμα (και δεν εργάζονται και πολύ) στα μετόπισθεν, ενώ στο μέτωπο στέλνουν όποιον βρεθεί διαθέσιμος. Τα προβλήματα συσσωρεύονται ήδη.
Η Πόλα Λόιντ νοσηλεύεται ακόμη με εγκαύματα δευτέρου και τρίτου βαθμού στο 60% του σώματός της. Ενας μισθοφόρος του αμερικανικού στρατού, ο Ντον Αγιάλα, 46 ετών, αφού κυνήγησε και πέρασε χειροπέδες στον δράστη, μόλις έμαθε τη ζημιά που είχε πάθει η Λόιντ έβγαλε το πιστόλι του και πυροβόλησε κατευθείαν στο κεφάλι τον δεμένο Αφγανό και πρόκειται να δικαστεί στις Ηνωμένες Πολιτείες (φυσικά) στο τέλος του μήνα για φόνο εκ προμελέτης. Δύο ακόμη άτομα του προγράμματος έχασαν τη ζωή τους: ο Μίκαελ Μπάτια, 31 ετών, πτυχιούχος στις διεθνείς σχέσεις και υποψήφιος διδάκτωρ, τον Μάιο του 2008 από έκρηξη αυτοσχέδιου μηχανισμού μπροστά στο αυτοκίνητό του στο Αφγανιστάν και δύο μήνες αργότερα η υποψήφια διδάκτωρ Νικόλ Σουβέζ, 35 ετών, από έκρηξη βόμβας στο Ιράκ.
Το όχι της επιστημονικής κοινότητας
Ο κεραυνός όμως που ήλθε και χτύπησε αδίστακτα τους υποστηρικτές του προγράμματος εξαπολύθηκε ακριβώς πριν από έναν μήνα από το βρετανικό επιστημονικό περιοδικό «Νature», ένα από τα δύο-τρία γνωστότερα στον κόσμο. Στο κύριο άρθρο του (τόμος 456, 11.12.2008) με τίτλο «Το αμερικανικό στρατιωτικό πρόγραμμα (που) πρέπει να έχει ένα ήπιο τέλος» γράφει ότι απέτυχε σε όλα τα επίπεδα, αν και θεωρητικά ήταν μια καλή ιδέα(;).
Το θέμα βέβαια είναι πολύ πιο γενικό. Διότι και άλλοι, όπως οι ψυχολόγοι κι οι γιατροί που συνεργάζονται με τους ανακριτές του Γκουαντάναμο, προσφέρουν υπηρεσίες σε συνθήκες κατοχής ή αιχμαλωσίας. Πρέπει λοιπόν ο επιστήμονας να προσφέρει τις υπηρεσίες του εκεί όπου δεν υπάρχει ειρήνη και ελευθερία; Εχει υποχρεώσεις προς την κρατική μηχανή της πατρίδας του που είναι υπεράνω των δύο προηγούμενων όρων;
Να δούμε βέβαια και πώς θα αντιδράσει σε αυτά τα θέματα ο νέος πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών που έδειξε πόσο ζωηρά ενδιαφέρεται για τον ρόλο της επιστήμης στη ζωή των πολιτών, όχι μόνο διορίζοντας υπουργό Ενέργειας έναν φυσικό κάτοχο του βραβείου Νομπέλ, αλλά και συμπληρώνοντας το επιτελείο των επιστημονικών συμβούλων του προτού καν ορκιστεί, ενώ ο προκάτοχός του ήταν τόσο αδιάφορος ώστε πέρασαν δέκα μήνες προτού ορίσει τους δικούς του.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου