Δευτέρα 15 Νοεμβρίου 2010

Ο ΕΠΙΜΟΝΟΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ

Αυτή την Κυριακή η συγγραφέας Ρέα Γαλανάκη διαβάζει το βιβλίο του Μάνου Σαββάκη για τους λεπρούς της Σπιναλόγκας. Πρόκειται για την πρώτη και μοναδική επιστημονική εργασία για το ακανθώδες και δυσπρόσιτο θέμα των χανσενικών Κυριακή 14 Νοεμβρίου 2010




Διάβασα το βιβλίο του άγνωστου σ΄ εμένα Μάνου Σαββάκη όταν βγήκε και το ξαναδιάβασα τελευταία, ενοχλημένη από τη σιωπή που το περιβάλλει, όταν όλη η Ελλάδα φλυαρεί για το φαινόμενο Σπιναλόγκα, μετά τη μετατροπή του εξωραϊσμένου εμπορικού ρομάντζου της Χίσλοπ σε σίριαλ. Ωστόσο η μελέτη του Μ.Σ., που είναι ανεπτυγμένη μορφή της διδακτορικής διατριβής του, είναι η μόνη έγκυρη εργασία για το ακανθώδες και δυσπρόσιτο θέμα των χανσενικών, απαραίτητη πλέον για όποιον θέλει να πει έστω και μία λέξη για το θέμα, αλλά και για την οποιαδήποτε μεταφορά του. Στις σελίδες του διασταυρώνονται η σύγχρονη κοινωνιολογική μεθοδολογία του συγγραφέα με την ιστορία των χανσενικών, με νόμους και ντοκουμέντα. Οι πηγές, η βιβλιογραφία και τα παραρτήματα καταλαμβάνουν 22 σελίδες. Η στενόμακρη Σπιναλόγκα, αυτό το καλά οχυρωμένο «μακρύ αγκάθι» των Βενετών, η αρχαιοελληνική Καλυδώνα, είχε για μισό αιώνα τη δική της εντελώς ιδιάζουσα μικροϊστορία, που δέχθηκε τους κραδασμούς όλων των ιστορικών γεγονότων. Ιδρύθηκε ύστερα από χρονοβόρες συζητήσεις επί Κρητικής Πολιτείας, μέσα από τις εκσυγχρονιστικές επιταγές της εποχής για την υγεία. Οι παλιές «μεσκινιές», οι τόποι στους οποίους ζούσαν οι λεπροί κοντά σε κατοικημένα μέρη για να ζητιανεύουν, έδωσαν τη θέση τους στο νησί όπου συγκεντρώθηκαν, και ταυτόχρονα απομονώθηκαν, οι χανσενικοί. Οι λίγοι Οθωμανοί που είχαν απομείνει από το άλλοτε ακμάζον μουσουλμανικό κέντρο της Σπιναλόγκας εκδιώχθηκαν κακήν κακώς από την Κρητική Πολιτεία που αποκόμισε διπλό όφελος: και να διώξει τους Τούρκους και να απομονώσει τους στιγματισμένους στο άνυδρο νησί. Η ιδιόμορφα οργανωμένη και εσωστρεφής κοινωνία των λεπρών διατηρούσε μια πολύ χαλαρή επικοινωνία με τον κόσμο των υγιών. Η σωματική επαφή απαγορευόταν φυσικά. Τα εκατέρωθεν προϊόντα- γιατί και οι χανσενικοί παρήγαν μερικά πράγματα- και τα χρήματα απολυμαίνονταν σε ειδικό κλίβανο. Οι επισκέψεις (επιτράπηκαν στις αρχές της δεκαετίας του ΄30) γίνονταν μέσω υποβολής αιτήσεως των συγγενών προς τον διευθυντή, και πολύ δύσκολα εγκρίνονταν. Ενα μικρό κρατικό επίδομα δόθηκε στους αρρώστους στα τέλη της δεκαετίας του ΄30 έπειτα από αγώνες, ενώ η οικονομική εκμετάλλευση των ασθενών από τους απέναντι δεν ήταν σπάνια. Λιγότερο σπάνια υπήρξε η ολιγωρία της πολιτείας για αυτούς τους εκτοπισμένους, που έπασχαν από την αργή και βαρύτατα παραμορφωτική ασθένεια, αλλά και για κάποιους υγιείς που από, σφάλμα συνήθως, οδηγούνταν και εκείνοι σιδηροδέσμιοι στη Σπιναλόγκα, ή για τα παιδιά που μεγάλωναν εκεί (ο γάμος επιτράπηκε το 1935 μόνο από την αυτοκέφαλη Εκκλησία της Κρήτης και μόνο για τους Σπιναλογκίτες, ενώ η Εκκλησία της Ελλάδας απαγόρευε τον γάμο στις αντίστοιχες κοινότητες χανσενικών στη Σάμο και στη Χίο). Εχει μεγάλο ενδιαφέρον η μετεξέλιξη της ιδιότυπης κοινωνίας των απομονωμένων και στιγματισμένων. Καταλύτης υπήρξε ο τελειόφοιτος της Νομικής Αθηνών Ε. Ρεμουντάκης, ο οποίος οδηγήθηκε στη Σπιναλόγκα στα μέσα της δεκαετίας του ΄30 ύστερα από καταδίωξη και σύλληψη (θα ήταν χρήσιμο να ξαναεκδοθούν τα απομνημονεύματά του, Αϊτός χωρίς φτερά, αυτοέκδοση, Αθήνα, 1973). Αυτός ο φωτισμένος και εύπορος Κρητικός μετέτρεψε την κοινότητα των άτολμων ασθενών, χωρικών στην πλειονότητά τους που προτιμούσαν να εγκατασταθούν στα πιο φτωχά τουρκόσπιτα και ξεχαρβάλωναν

Η είσοδος του λεπροκομείου της Σπιναλόγκας όπως είναι σήμερα τα αρχοντικά, σε μια οργανωμένη κοινότητα με σύλλογο και καταστατικό που αναγνωρίστηκαν από τη διοίκηση, με προμηθευτικό συνεταιρισμό και άλλα. Προσπάθησε να βελτιώσει τα κτίρια και να περιορίσει την οινοποσία και τη χαρτοπαιξία των άεργων χανσενικών στα καφενεία, ενεργοποιώντας τον πληθυσμό προς άλλες κατευθύνσεις, και διεκδικώντας καλύτερες συνθήκες ιατρικής φροντίδας, νοσηλευτικής αρωγής, καθημερινής διαβίωσης και αξιοπρέπειας. Με την κατοχή ακυρώθηκαν τα παραπάνω επιτεύγματα. Οι Ιταλοί που κατείχαν την περιοχή περιγράφονται ως ανεκτικότεροι προς όσους χανσενικούς έφταναν απέναντι κολυμπώντας για να ζητιανέψουν φαγητό, σε αντίθεση με τους Γερμανούς που τους διαδέχθηκαν, οι οποίοι έφτασαν ως και στην εκτέλεση χανσενικού παραβάτη. Χωρίς κρατικό επίδομα πλέον, οι χανσενικοί διεκδίκησαν και πέτυχαν να συμπεριληφθούν στη δύναμη των στρατευμάτων κατοχής για να εξασφαλίσουν την τροφή τους, καταφεύγοντας παράλληλα και στην ανταλλαγή αντικειμένων για να επιβιώσουν. Η χρησιμοποίηση των, ήδη γνωστών, αντιλεπρικών φαρμάκων μετά το ΄48 στη Σπιναλόγκα οδήγησε στην άμεση αποθεραπεία πολλών ασθενών, αλλά οι διεκδικήσεις όσων παρέμειναν συνεχίστηκαν. Το ΄53 σημειώθηκε μεγάλη εξέγερση των χανσενικών, η διοίκηση διαμαρτυρήθηκε για την ύπαρξη στο νησί «αναρχικών», οι οποίοι και τιμωρήθηκαν με μεταγωγή τους στα λεπροκομεία Σάμου και Χίου (εξεγέρσεις των χανσενικών της Σπιναλόγκας είχαν γίνει επίσης το ΄23 και το ΄42). Με μια μεγάλη απεργία πείνας και άλλους αγώνες οι Σπιναλογκίτες κέρδισαν αργότερα το δικαίωμα της κατ΄ οίκον νοσηλείας. Τον Ιούλιο του ΄57 οι τελευταίοι τριάντα χανσενικοί μεταφέρθηκαν στον Αντιλεπρικό Σταθμό στην Αγία Βαρβάρα Αττικής (σήμερα Κέντρο Κοινωνικής Αποκατάστασης Χανσενικών). Η μετακίνηση αυτή, που με πάθος είχαν διεκδικήσει οι χανσενικοί, προκάλεσε διττά συναισθήματα, όπως φαίνεται από τη λεπτομερή έρευνα του συγγραφέα και τις συζητήσεις του με πρώην Σπιναλογκίτες. Για μερικούς είχε χαθεί ο γενέθλιος τόπος, το χωριό τους, η μεγαλύτερη ελευθερία κίνησης- και η απώλεια αυτή απάλυνε την απομόνωσή τους στο νησί ως στιγματισμένων από τη λέπρα· άλλωστε η υποδοχή των Σπιναλογκιτών από τους χανσενικούς του Αντιλεπρικού Σταθμού Αττικής φαίνεται ότι δεν υπήρξε θερμή. Για τους περισσότερους Σπιναλογκίτες όμως ήταν πλέον εφικτή η συστηματική θεραπεία, αλλά και η προσπάθεια ένταξης των αποθεραπευμένων στην «κανονική» ζωή, με άλλα λόγια στο για χρόνια απαγορευμένο όνειρό τους. Διαβάστε περισσότερα: http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&ct=56&artid=367075&dt=14%2F11%2F2010#ixzz15M2kGcc3